Πολλοί οδηγοί παλαιότερων diesel μοντέλων αναμειγνύουν λάδι για δίχρονο κινητήρα με τα καύσιμά τους, ώστε να εξασφαλίσουν μεγαλύτερη διάρκεια ζωής στο σύστημα ψεκασμού, καθώς και ομαλότερη λειτουργία του κινητήρα. Βοηθά, όμως, αυτή η επιλογή πραγματικά; Λειτουργεί στους σύγχρονους diesel κινητήρες;
Το «δίχρονο λάδι» χρησιμοποιείται κυρίως, επειδή έχει διατηρηθεί για πολλές δεκαετίες και η φήμη ότι το σύγχρονο diesel έχει κακές λιπαντικές ιδιότητες. Ο λόγος για αυτό έγκειται στην εξέλιξη του καυσίμου, που προμηθευόμαστε σήμερα στα πρατήρια καυσίμων: Πριν από περισσότερα από 40 χρόνια, το πετρέλαιο κίνησης είχε ένα σχετικά υψηλό ποσοστό θείου, το οποίο μετά από την καύση έβγαινε από την εξάτμιση ως διοξείδιο του θείου.
Ωστόσο, το διοξείδιο του θείου είναι ένα πολύ τοξικό αέριο που, μεταξύ άλλων, προκαλεί όξινη βροχή. Γι αυτό το λόγο, το θείο αφαιρείται σήμερα από το καύσιμο diesel κατά τη διάρκεια της παραγωγής. Αυτή η διαδικασία ονομάζεται «αποθείωση μέσω υδρογόνου». Σ αυτή τη διαδικασία, το καύσιμο diesel χάνει πραγματικά μέρος της λιπαντικότητάς του. Γι αυτό και η φήμη για τις κακές λιπαντικές ιδιότητες των σύγχρονων καυσίμων diesel.
Καλύτερη καύση, πιο αθόρυβη λειτουργία του κινητήρα
Ωστόσο, η φύση του καυσίμου diesel, επομένως και της λιπαντικότητάς του, είναι τυποποιημένη, τουλάχιστον στην Ευρώπη. Η νόρμα "DIN EN 590" περιγράφει όλες τις βασικές απαιτήσεις, που πρέπει να πληροί το καύσιμο diesel στην Ευρώπη, ώστε να εγκρίνεται. Επίσης, προκειμένου να ικανοποιηθεί το απαιτούμενο ελάχιστο επίπεδο λιπαντικότητας, προστίθενται πρόσθετα στο καύσιμο diesel μετά από την αποθείωση μέσω υδρογόνου, τα οποία αυξάνουν ξανά τη λιπαντικότητα.
Στις περισσότερες περιπτώσεις,
το πετρέλαιο κίνησης, που μπορείτε να αγοράσετε στο πρατήριο καυσίμων υπερβαίνει ακόμα και τα καθορισμένα ελάχιστα όρια λιπαντικότητας. Ωστόσο, το «δίχρονο λάδι» αυξάνει κάπως τη λιπαντικότητα του diesel, επειδή η λιπαντικότητα του ίδιου του «δίχρονου λαδιού» είναι σημαντικά υψηλότερη από εκείνη του καυσίμου diesel. Πολλοί είναι επίσης, όσοι εξηγούν την ομαλότερη λειτουργία του κινητήρα, που συμβαίνει, όταν ρίχνετε λίγο «δίχρονο λάδι» στο ρεζερβουάρ. Βέβαια, οι ειδικοί έχουν διαφορετική άποψη.
Καλύτερη καύση: Πολλοί οδηγοί diesel αυτοκινήτων ρίχνουν κι αυτοί «δίχρονο λάδι» στο ρεζερβουάρ του μοντέλου τους, ελπίζοντας στην πιο αποτελεσματική καύση του καυσίμου, στην περισσότερη ισχύ και στη χαμηλότερη κατανάλωση. Γι αυτό το λόγο είναι σημαντική η αναφλεξιμότητα του diesel, η οποία αναφέρεται στη λεγόμενη «αξία του κετανίου». Όσο υψηλότερη είναι η συγκεκριμένη τιμή, τόσο καλύτερη είναι η ανάφλεξη του μίγματος diesel-αέρα στο θάλαμο καύσης. Ωστόσο, το «δίχρονο λάδι» μειώνει την «αξία του κετανίου». Ανάλογα με τη σχέση ανάμειξης, αυτό μπορεί να οδηγήσει ακόμα και σε αισθητή απώλεια ισχύος.
Πιο αθόρυβη λειτουργία κινητήρα: Ορισμένοι ειδικοί υποψιάζονται έναν πιθανό λόγο για την πιο αθόρυβη λειτουργία του κινητήρα. Αν μειωθεί η «αξία του κετανίου», το diesel αναφλέγεται επίσης πιο αργά. Αυτό μπορεί στη συνέχεια να οδηγήσει σε μια πιο ήπια ανάφλεξη και του μίγματος καυσίμου-αέρα και το «κροτάλισμα» του κινητήρα diesel μπορεί να γίνει πιο αθόρυβο. Aλλες απόψεις, ωστόσο, υποστηρίζουν ότι
η προσθήκη «δίχρονου λαδιού» προκαλεί καθυστέρηση της ανάφλεξης, επομένως, το diesel αναφλέγεται πιο αργά απ όσο θα όφειλε.
Αυτό, βέβαια, θα οδηγούσε σε μια αισθητή απώλεια ισχύος, αλλά και σε πιο ηχηρό «κροτάλισμα» του diesel κινητήρα. Ωστόσο, σε μια τέτοια περίπτωση, θα απαιτείτο πολύ περισσότερο «δίχρονο λάδι» σε σχέση με την αναλογία 1:200, που χρησιμοποιούν οι περισσότεροι οδηγοί diesel μοντέλων.
Δε θα επιτευχθεί, όμως, χαμηλότερη κατανάλωση με την προσθήκη «δίχρονου λαδιού».
Επιτρέπεται η χρήση «δίχρονου λαδιού» στους σύγχρονους diesel κινητήρες;
Τα common rail συστήματα ψεκασμού των σύγχρονων πετρελαιοκινητήρων είναι πολύ λεπτεπίλεπτα κατασκευασμένα και επομένως αρκετά ευαίσθητα.
Ακόμα και μικρά σωματίδια βρωμιάς μπορούν να προκαλέσουν ζημιά, γεγονός που καθιστά απαραίτητη ακόμα και την πλήρη αντικατάσταση του συστήματος ψεκασμού. Κι από εκεί και πέρα,
ένα κόστος επισκευής αρκετών χιλιάδων ευρώ είναι ο κανόνας παρά η εξαίρεση. Έτσι,
η πλήρωση «δίχρονου λαδιού», για παράδειγμα,
μπορεί να οδηγήσει μέχρι και στις βρωμιές, που ίσως πέσουν στο ρεζερβουάρ, κάτι που στη συνέχεια οδηγεί σε δαπανηρές ζημιές.
Ωστόσο, ακόμα και το ίδιο
το «δίχρονο λάδι» μπορεί να βλάψει την αντλία του diesel και τα μπεκ ψεκασμού ως μικρή ποσότητα καυσίμου. Αν και στην πραγματικότητα κάνει το καύσιμο πιο λιπαντικό, αυξάνει ταυτόχρονα το ιξώδες, καθιστώντας το ντίζελ πιο παχύρευστο. Αυτό, όμως, μπορεί να εξελιχθεί σε πρόβλημα: Αν η μεμβράνη λίπανσης σπάσει έστω και για λίγα χιλιοστά του δευτερολέπτου, το σύστημα ψεκασμού common rail, το οποίο λειτουργεί σε πιέσεις έως και 2.000 bar, μπορεί ήδη να υποστεί μεγάλη ζημιά και στη συνέχεια θα πρέπει να αντικατασταθεί.
Στο «δίχρονο λάδι» περιέχονται μέταλλα, όπως ο ψευδάργυρος
Ωστόσο, τα υπολείμματα, που προκύπτουν όταν καίγονται τα «δίχρονα λάδια» είναι ιδιαίτερα επικίνδυνα για τους σύγχρονους πετρελαιοκινητήρες. Επειδή το «δίχρονο λάδι» είναι ένας ιδιαίτερος τύπος λαδιού, μετά από την καύση του απομένουν διαφορετικά υπολείμματα σε σχέση με ό,τι αφήνει το καύσιμο diesel. Το «δίχρονο λάδι» περιέχει μέταλλα, όπως ψευδάργυρο, των οποίων τα υπολείμματα καύσης μπορούν να συσσωρευτούν σε ένα μπεκ ψεκασμού.
Αυτά τα υπολείμματα σχηματίζουν συνήθως ισχυρό δεσμό με τα μπεκ λόγω των υψηλών θερμοκρασιών στο θάλαμο καύσης και δεν μπορούν πλέον να αφαιρεθούν εύκολα. Όσο περισσότερα υπολείμματα συσσωρεύονται, τόσο χειρότερα λειτουργούν τα μπεκ ψεκασμού και πρέπει κάποια στιγμή να αντικατασταθούν. Αυτό συμβαίνει σαφώς πιο σπάνια στους παλαιότερους diesel κινητήρες χωρίς ψεκασμό common rail. Αυτό μπορεί να οφείλεται στο διαφορετικό σχεδιασμό ή στις χαμηλότερες πιέσεις ψεκασμού, με τις οποίες λειτουργούν τα μπεκ.
Υπολείμματα καύσης που προσβάλλουν το φίλτρο σωματιδίων
Η ανάμιξη «δίχρονου λαδιού» με το καύσιμο δεν είναι καλή όχι μόνο για οχήματα με ψεκασμό common rail, αλλά και για οχήματα, που εφοδιάζονται με φίλτρα σωματιδίων diesel. Αν και υπάρχουν «δίχρονα λάδια», που δεν επιτίθενται στα πολύτιμα μέταλλα στον καταλύτη, αυτό δε σημαίνει αυτόματα ότι δε θα βλάψουν το φίλτρο σωματιδίων diesel. Κι εδώ είναι ξανά τα υπολείμματα καύσης, που επιτίθενται στο φίλτρο σωματιδίων και το καθιστούν άχρηστο.
Ακόμα πιο καταστροφική, ωστόσο, είναι η τέφρα, που δημιουργείται, όταν το «δίχρονο λάδι» καίγεται επιπλέον των σωματιδίων αιθάλης από την καύση του diesel, η οποία φράζει το φίλτρο κατακράτησης σωματιδίων με την πάροδο του χρόνου. Στη συνέχεια, το μόνο που μένει είναι η αντικατάσταση ή ο καθαρισμός του φίλτρου σωματιδίων, ενέργειες οι οποίες είναι επίσης ένα ακριβό… σπορ.
Συμπέρασμα σχετικά με τη χρήση «δίχρονων λαδιών»
Η ανάμιξη «δίχρονων λαδιών» με το καύσιμο diesel είναι ένα ευαίσθητο θέμα, που δεν έχει ερευνηθεί πραγματικά.
Ακόμα και οι ίδιοι οι τεχνικοί των κινητήρων diesel, αλλά και οι ειδικοί καυσίμων δε συμφωνούν πάντοτε σε αυτό το θέμα. Ωστόσο, μπορεί κανείς να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι τα παλαιότερα πετρελαιοκίνητα μπορούν τουλάχιστον να επωφεληθούν από την αυξημένη λιπαντικότητα, ενώ για τα μοντέρνα πετρελαιοκίνητα μοντέλα υφίστανται μόνο μειονεκτήματα.
Ωστόσο, η άποψη ότι το «δίχρονο λάδι» καθιστά ακόμα και το νοθευμένο ή και το «βρώμικο» diesel πιο χρήσιμο είναι απλά ένας μύθος. Ενώ το λάδι μπορεί να αυξήσει κάπως τη λιπαντικότητα, δε διευκολύνει την ανάφλεξη. Για τους οδηγούς σύγχρονων πετρελαιοκίνητων αυτοκινήτων, υπάρχουν δύο πράγματα, που μπορούν να κάνουν, ώστε να δώσουν μεγάλη διάρκεια ζωής στο σύστημα ψεκασμού του οχήματός τους: Να αποστραγγίζουν τακτικά το φίλτρο καυσίμου ή, αν είναι απαραίτητο, να το αντικαθιστούν.