Ποιοι κινητήρες της Mercedes προέρχονται από τη Renault;
Διαβάστηκε από 41492 αναγνώστες - 5/2/2021
Γνωρίζατε πως ορισμένα μοντέλα Mercedes και Renault μοιράζονται τους ίδιους κινητήρες; Παρόλο που οι εταιρείες φαίνονται ανταγωνίστριες, η συνεργασία τους απέδωσε καρπούς και μείωσε το κόστος εξέλιξης των νέων οχημάτων. Σας παρουσιάζουμε τους 3 καλύτερους κινητήρες της Mercedes που βασίστηκαν σε αυτούς της Renault.
Πολλές αυτοκινητοβιομηχανίες, οι οποίες θεωρούνται αντίπαλες, έχουν συνεργαστεί στο παρελθόν με επιτυχία. Παρόλο που για τους αμύητους, αυτές οι συμπράξεις φαίνονται παράξενες, λόγω ανταγωνισμού, τα αποτελέσματα είναι αρκετά ενδιαφέροντα. Μία από αυτές τις περιπτώσεις είναι και η συνεργασία της Mercedes με τη Renault, με την πρώτη να χρησιμοποιεί κινητήρες της δεύτερης.
Η Mercedes είναι πασίγνωστη για τα premium μοντέλα της, τα οποία έχουν προσφέρει πολλές καινοτομίες στην αυτοκίνηση. Η εταιρεία εισάγει τις νέες τεχνολογίες αρχικά στη ναυαρχίδα της, τη Mercedes S-Class, και στη συνέχεια εξοπλίζει με αυτές και τα επόμενα μοντέλα, όπως την Mercedes E και C class.
Όταν η Mercedes ήθελε να κάνει τα οχήματα της γκάμας της στις μικρότερες κατηγορίες πιο ανταγωνιστικά, έκρινε πως θα συνέφερε να συνεργαστεί με μία εταιρεία που διέθετε εμπειρία σε πιο «απλές» κατασκευές. Προκειμένου να διατηρηθεί η καλή φήμη του ονόματος Mercedes, οι υποψήφιες αυτοκινητοβιομηχανίες θα έπρεπε να έχουν καλή ποιότητα και συγκεκριμένο όγκο παραγωγής εξαρτημάτων και ανταλλακτικών. Μέσω αυτού, η Mercedes θα εξοικονομούσε κόστος έρευνας, ανάπτυξης και κατασκευής. Εκτός αυτού, ακόμα και η δημιουργία ενός δικτύου after sales θα ήταν πολύ ευκολότερη.
Το 2009, η Mercedes αποφάσισε πως η ιδανική εταιρεία για τη συγκεκριμένη συνεργασία ήταν η Renault, η οποία είχε ήδη δημιουργήσει την Συμμαχία «Renault-Nissan-Mitsubishi Alliance». Σήμερα, 12 χρόνια μετά, η σύμπραξη των 2 αυτοκινητοβιομηχανιών έχει αποδώσει επιτυχημένους καρπούς.
Ας δούμε τους 3 καλύτερους κινητήρες της Mercedes που έχουν βασιστεί σε αυτούς της Renault.
Ξεκινώντας από τον πιο διάσημο, βλέπουμε τον θρυλικό πλέον 1,5 dCi, έναν turbo τετρακύλινδρο πετρελαιοκινητήρα 1500 κυβικών , ο οποίος εξόπλιζε τις προηγούμενες γενιές των Mercedes A Class, B Class,CLA, καθώς και το Citan. Η γερμανική εταιρεία τον ονόμαζε OM607, και ήταν βασισμένος στον Κ9Κ dCi της Renault.
Παραμένοντας στα diesel μοτέρ, περνάμε στον MercedesOM608, ο οποίος είναι ο αντικαταστάτης του προαναφερθέντος OM607, παράγεται από το 2018 και χρησιμοποιεί μία εξελιγμένη έκδοση του Renault K9K. Για την ακρίβεια, ο κινητήρας κατασκευάζεται από την Renault στη Valladolid της Ισπανίας. Όπως και ο προκάτοχός του, διαθέτει σύστημα άμεσου ψεκασμού common rail, ενώ οι αναβαθμίσεις αφορούν τα περιφερειακά, τον εγκέφαλο και το βολάν, που πλέον είναι διπλής μάζας. Τέλος, έχει προστεθεί και σύστημα start-stop.
Η συνεργασία Mercedes με Renault δεν μας έχει προσφέρει μόνο πετρελαιοκινητήρες. Ένα από τα πιο διάσημα, και ίσως το καλύτερο μοτέρ που γνωρίσαμε μέσα από τη συγκεκριμένη σύμπραξη είναι το turbo τετρακύλινδρο βενζινοκίνητο σύνολο 1.332 κυβικών, που ονομάζεται Mercedes M282 και είναι βασισμένο στο Renault H5ht, που ανήκει στην οικογένεια κινητήρων HR, οι πρώτες εκδόσεις των οποίων εμφανίστηκαν σε μοντέλα της Nissan.
Ο M282 είναι ο πρώτος τετρακύλινδρος της Mercedes που διαθέτει απενεργοποίηση κυλίνδρων, και έχει απόδοση από 109 έως 163 άλογα. Οι εφαρμογές του είναι πάρα πολλές, αφού εξοπλίζει τις Mercedes Α και B Class, τις CLA, GLA και GLB. Το αδελφό μοτέρ H5ht τοποθετείται στα Renault Megane, Scenic, Captur, Clio, Kadjar, Talisman, Arkana και Koleos. Εκτός αυτού, συναντάται και στα Nissan Qashqai, και X-Trail, καθώς και το Dacia Duster.
Χάρη σε συνεργασίες όπως αυτή της Mercedes με την Renault, οι αυτοκινητοβιομηχανίες μπορούν να περιορίσουν τα κόστη εξέλιξης των νέων τους μοντέλων, τα οποία έχουν άμεσο αντίκτυπο στην τιμή των οχημάτων. Τέλος, ακόμα και τα διαθέσιμα ανταλλακτικά, γίνονται πιο οικονομικά αλλά και πιο ευρέως διαδεδομένα, μιας και πλέον καλύπτουν μία μεγάλη γκάμα αυτοκινήτων. Όλα αυτά έχουν θετικές επιπτώσεις στους καταναλωτές, αφού έτσι μειώνεται τόσο το κόστος αγοράς, αλλά και της συντήρησης αυτού.